Εστραγκόν
Εστραγκόν
Η λατινική ονομασία του βοτάνου είναι Artemisia dracunculus (Αρτεμισία η δρακόντια) . Η ονομασία «εστραγκόν» είναι γαλλικής προέλευσης ενώ στα αγγλικά αποδίδεται ως «τάραγκον». Υπάρχουν δύο ποικιλίες του βοτάνου, το ρωσικό και το γαλλικό. Το ρωσικό, με καταγωγή από την Σιβηρία, θεωρείται το αρχικό φυτό από το οποίο προήλθε η γαλλική ποικιλία. Το άρωμα του ρωσικού υστερεί σε οξύτητα σε σχέση με το γαλλικό που θεωρείται γενικά ανώτερο. Η γεύση του θυμίζει το γλυκάνισο λόγω της κοινής τους ουσίας της ανηθόλης που αυξάνει την όρεξη. Έχει πολλές εφαρμογές στη μαγειρική εμπλουτίζοντας γευστικά σάλτσες κρεατικών και ψαριών, βρασμένα λαχανικά, μαγιονέζες, πράσινες σαλάτες, ακόμα και παγωτά ή φρουτοσαλάτες. Προσθέστε το προς το τέλος στο φαγητό γιατί το παρατεταμένο μαγείρεμα του προσδίδει πικρή γεύση και χάνεται το άρωμά του. Το εστραγκόν δεν ταιριάζει με άλλα μυρωδικά με μόνη ίσως εξαίρεση το λεμόνι και τα μικρά κρεμμυδάκια. Είναι από τα καλύτερα αρωματικά ξυδιού και μουστάρδας. Τα φύλλα του περιέχουν ιώδιο, κάλιο και βιταμίνες Α και C.
Το εστραγκόν καλλιεργείται για τα φύλλα του, για νωπή ή ξηρή κατανάλωση. Καταλληλότερη εποχή συγκομιδής θεωρείται όταν τα φυτά βρίσκονται στο στάδιο έναρξης της άνθησης. Οι βλαστοί μετά τη συγκομιδή πρέπει να οδηγούνται στο ξηραντήριο αμέσως, για να διατηρηρήσουν τα φύλλα το πράσινο χρώμα τους. Τα φύλλα διατηρούν καλύτερα το άρωμά τους, όταν αποθηκεύονται σε αεροστεγή δοχεία.
Οι αποδόσεις σε ξηρά φύλλα εκτιμώνται σε 500-600 κιλά ανά στρέμμα. Τα φύλλα του γαλλικού εστραγκόν περιέχουν περίπου 2-3% αιθέριο έλαιο. Το αιθέριο έλαιο του γαλλικού είναι πιο ευώδες και έχει μεγαλύτερη εμπορική αξία από το αιθέριο έλαιο του ρωσικού εστραγκόν.